η ποίηση στην εποχή της

η ποίηση στην εποχή της

Η φωτιά

Τον κυνηγούσαν παντού
κάποια παλιά χαρτιά.
Εκείνος τα κλείδωνε στα συρτάρια

μ' αυτά έβγαιναν και πάλι
και τον κυνηγούσαν.
Κάποτε τους έβαλε φωτιά
και απαλλάχτηκε.
Τώρα δεν τα 'χει πια
μ' ακόμα καίγεται!

 

Τσαλαβουτώ

Τραγούδησα τον πόνο μου
περπάτησα την αγωνία μου
και τώρα επιτέλους
είμαι στο καταπράσινο λιβάδι
χοροπηδώ από χαρά πάνω του
τσαλαβουτώ στο υγρό του χώμα.
Κι άξαφνα μυρίζω το αίμα 
πάνω στο σώμα μου που
κόλλησε πηκτό και δεν φεύγει
των ανθρώπων που πάτησα.
Ψάχνω αστέρι να κρεμαστώ
αλλά είναι ψηλά.
Ζητώ απεγνωσμένα τον δολοφόνο
να μου πάρει το κεφάλι
αλλά δεν βρίσκω κανέναν.
Η αδιαφορία τους είναι χειρότερη από φόνο.
Ξυπνώ από τον εφιάλτη.
Είναι η ώρα του μυστικού περάσματος.
Είμαι το αίμα που κόλλησε πάνω σας.
  

Από το Α στο Ω

Αναμεταξύ

Βίου,
Βολοδέρνω
Βαστώντας
Βλαστούς
Βρώμης!
Βρωμίζω
Βυσσινιές
Βεντάλιες
Βάφοντας
Βούρκους (και)
Βλασφήμιες!

Γρήγορα
Γυαλίζω
Γεμάτες
Γλάστρες
Γρυλλίζοντας
Γοερά,
Γονυπετής
Γυρνάω
Γκρεμισμένες
Γούρνες
Γνωρίζοντας
Γνήσιες
Γεύσεις (και)

Δεσμεύομαι,
Δειλά
Δαγκώνοντας
Δόσεις
Διαλείμματος (και)
Δεν
Δωρίζω
Δορυφόρους-
Δανεικούς
Διπλωμάτες
Δυσαρέσκειας, (γιατί)

Εγώ
Εγγυώμαι
Ελευθεριακές
Ενοχές,
Ενόσω
Επιτρέπω
Εσμούς
Επεμβάσεων
Εντός
Ενός
Εαυτού

Ζωντανού,
Ζαλισμένου,
Ζοφερού (με)
Ζωηρά
Ζυγωματικά...

Ήθελα
Ηρεμίας
Ηφαίστεια,
Ημιευθείες
Ηττοπάθειας (και)

Θαρρώ
Θαραλλέα
Θώπευσα
Θρυμματισμένες
Θάλασσες
Θυμίζοντας
Θανατικούς
Θριάμβους
Θύμισων (και)
Θυμών.

Ικέτευσα (στο)
Ικρίωμα
Ιστούς (να)

Κλώθουν
Κινήματα
Κοροϊδίας
Και
Κρίματος,
Καθώς
Κοντοστέκομαι
Κοιμίζοντας
Κρίνους
Και
Κούκλες
Κοκάλινες,
Κατακρεουργώντας
Κτήσεις
Κουρασμένες
Και
Κουφές...

Λόγος
Λαού
Λανθάνει
Λησμονιάς
Λευτερώνοντας
Λήθη,
Λογαριάζουσες
Λόξες!

Μα
Μην
Μένεις
Μετέωρος
Με
Μούρη
Μοιχαλίδας,
Με
Μυρσίνη
Μοναδικής
Μοναξιάς.
Μίλα
Μου
Με
Μεθυσμένες
Μπύρες
Μποϊκοτάροντας
Μουντούς
Μενεξεδένιους
Μπαξέδες!

Να' σουν
Νομιμότητα
Νου,
Να
Νικούσα
Ντελάληδες-
Νικηφόρους
Νεαρούς
Νομοταγείς
Νομάδες,
Νωρίτερα,

Ξέροντας
Ξέφρενους
Ξενικούς
Ξιφομάχους...

Όμως,
Όταν
Ονειρεύομαι
Οάσεις
Οικολογικής
Ομόνοιας
Ομολογώ
Ό,τι
Όλος
Ο
Οχετός
Ονειρώξεων
Ορθώνεται
Ολομέτωπα,
Οργανώνοντας
Όμορφους
Ουρανούς
Ολοκαυτωμάτων (με)
Οδυρμούς
Ολοκληρωτικών
Ορέξεων.

Πες
Πως
Πήγα
Περίπατο...
Παθιασμένος
Πλέον,
Πισωγυρνούσα
Προτρέποντας
Περιοχές
Πονεμένες (να)
Πεισθούν,
Πεινασμένες (να)
Πολεμήσουν
Πλήθη
Πειναλέα
Πετώντας
Πέτρες
Περηφάνιας,

Ρωτώντας
Ρήτορες
Ρουφιάνους (μήπως)
Ροχαλίζουν

Σιχαμένες
Συνήθειες
Σε
Σκουπιδότοπους/
Σκουριασμένες
Σαστιμάρες/
Σκουπίζοντας
Σκατά
Στα
Σώματά

Τους.
Τείνοντας
Την
Τόλμη
Τους,
Τάχα
Τρεμάμενοι (από)
Τρελούς
Ταύρους-
Τσακισμένους

Υπό
Υποχόνδριους

Φονιάδες
Φαινομενικά
Φραγκάτους,
Φρικτούς
Φαρισαίους
Φωνάζοντας
Φόβο,

Χωρίς
Χείλη
Χρωματισμένα (και)
Χήρους
Χαζούς
Χωροφύλακες (που)

Ψάχνουν
Ψυχές
Ψωριάρες (για)
Ψωμί...

Ωιμέ!

ΚΙΝΟΥΜΕΝΗ ΑΜΜΟΣ

          Τα πρόλαβε όλα ν' ανεβαίνουν.
          Είδε το σπίτι του ψηλά,
          το βαθμό και το μισθό του να ψηλώνουν,
          όπως και 'κείνο τον κόμπο στο στομάχι
          ν ' ανεβαίνει ψηλά στο λαιμό.
          Κάποια νύχτα δε μπόρεσε να γυρίσει.
          Χάθηκε με τ' αυτοκίνητο βουλιάζοντας.
          Γιατί παντού μπορούμε να βουλιάξουμε.
          Κινούμενη άμμος εδώ το τσιμέντο κι η άσφαλτος.

Σπίθα


Στον Αλέξη Δ.

Προσφυγιά και τέφρα
ερωτικές ιαχές εξεγερμένων
ανακολουθία πραγματικότητας και έθνους.

Ο δρόμος της νηφαλιότητας
είναι στρωμένος με χαλίκι από τον
αρχικό εαυτό μου.

Μην κάνεις τον κόπο
Στο παράθυρο έλα και δωσ’ μου φως
με τα μάτια σου.
Εσύ και οι λέξεις το κέντρο του σύμπαντος.

Είναι αυτή η μοναδική στιγμή
που το περιβάλλον είναι σάουντρακ σε μια και μόνο λέξη.

Στο παραδεισένιο αύριο στήριξαν τις ουτοπίες
μα δε φτάσαμε ποτές,
δεν υπάρχει
όπως δεν θα υπάρχουμε και εμείς.

Μόνο η σπίθα της στιγμής
το εργαλείο της αλλαγής.
θα νικήσουμε
μόνο αν καταστρέψουμε το μέλλον.

Αναγνώστες

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ekpoiisi@yahoo.gr

ποίηση στην εποχή της εκποίησης

ποίηση στην εποχή της εκποίησης