η ποίηση στην εποχή της

η ποίηση στην εποχή της

Έρχονται απ’ το μέλλον

Έρχονται,

έρχονται μέσα στο θέρος

οι κατατρεγμένοι,

οι αποδιοπομπαίοι,

οι μοναχικοί

Όσοι στον καύσωνα μέσα

οδοιπορούν

Όσοι στους γλαυκούς παγετώνες

ορειβατούν

Οι ουρανόμηκες,

οι ωτακουστές που αφουγκράζονται

του αϊτού το πέταγμα

Οι φωτολάγνοι

που λαχταρούν της αστραπής

το ξάφνιασμα

Έρχονται

έρχονται οι πουλημένοι

στις αγορές των σωμάτων

Οι ρότορες της κίνησης

των διανοημάτων

οι αντίθετοι πόλοι

της διαλεκτικής

των νοημάτων

Έρχονται

τραντάζοντας την νηνεμία

οι αιθεροβάμονες γλάροι

με την αρμύρα στο στόμα

Έρχονται

με του αμνού την ηρεμία

οι μύστες των ιδεών

Έρχονται, έρχονται

Οι κτίζοντες σταλαγμίτες

με την υπομονή της σταγόνας

Έρχονται

Οι σμιλευτές των βράχων

με την επιμονή των ανέμων

Έρχονται

Οι ηλιολάγνοι και οι κρασοποιοί

που κρατάνε τη φλόγα

στην καρδιά αναμμένη

Έρχονται

έρχονται ψιθυρίζοντας

όνειρα μυστικά

Οι προφήτες των εικασιών

Οι την μοίρα προλέγοντες,

οι δαφνοφάγοι

Έρχονται κομίζοντας

τα νέφη της καταιγίδας

Έρχονται με την ελπίδα της βροχής

Έρχονται

έφτασαν οι κυνηγημένοι ταύροι

με την αστραπή στο μάτι

Έφτασαν καλπάζοντας

Να! Ορμάνε στην αρένα κυνηγώντας

τους έντρομους ταυρομάχους

24 Μαΐου 2011

ΒΥΘΙΖΟΜΑΙ ΣΤΗΝ ΥΦΕΣΗ

Βυθίζομαι στην ύφεση

δι' ελάσσονα αιτία

Ορθώνω, στην κορύφωση

πνεύματος επαιτεία


Το ασυμβίβαστο, αφανές

στην χώρα αυτή τού πόνου

Έληξαν οι δεξαμενές

τού προϊόντος χρόνου


Ζητώ, στον δρόμο, γιατρειά

τού θάνατου, που πήρα

μα απλώνει χείρα κραταιά

κι αφήνει μαύρη χήρα


Ακόμα οι λέξεις ίπτανται

που μού 'παν τότε, μάλλον:

"Οι αράχνες επιτίθενται

σε απόθεμα κρυστάλλων"


Ζητώ απ' τον δρόμο γιατρειά

τού θάνατου, που πήρα

μα απλώνει χείρα κραταιά

κι αφήνει μαύρη χήρα.


Ενώ δεν ξέρω τι θα βρω

ακούω την φωνή μου

μέσα σε σπήλαιο λαμπρό

κι ανάβει η προσμονή μου.


Ραβδιά τού μέλλοντος ηχώ

κραγιόνια μεγαλείου

Ραγιά με είπαν, και κυλώ

σε ράγες μεταλλείου!


TEΛEIA ME ΠOΔIA

Ένα ζωύφιο περπατά πάνω στο χάρτη αυτού του βράχου.

Είναι μια κόκκινη τελεία με πόδια.

Περπατά.

Δε σταματάει· περπατά· γιατί το τέλος

του Κόσμου

βρίσκεται

παντού

και μια τελεία που περπατά

δεν ξέρει που να σταματήσει.


EPXOMAI

Δεν ξέρω αν ο Pίτσος ή ο Όμηρος

είναι που μ’ έπεισε να μπω στον Δούρειο Ίππο

έχοντας μόνο ένα σπαθί κι έναν καθρέφτη.


Έρχομαι από την έρημο εκεί όπου η άμμος

είναι η συντριβή κάθε μορφής.


Έρχομαι από τις Άρκτους, κουβαλώντας

ένα τσουβάλι άστρα και κρατώντας

στο χέρι μου μια μάσκα φεγγαριού.


Έρχομαι απ’ το καλύβι το πλεγμένο μ’ αστραπόκλαδα.

Έρχομαι από ’να σπίτι καμωμένο από καθρέφτες.


Έρχομαι απ’ το φαράγγι το κυρτό όπως σπαθί

μισό από χιόνι και μισό από λουλούδια.


Έρχομαι από τις όχθες του βουνίσιου ποταμού

εκεί που καταρράχτες ασκητές

στέκονται όρθιοι μες στα πέτρινα πιθάρια.


Έρχομαι απ’ το Βορρά· με παγοπέδιλα

δυο μισοφέγγαρα, γλιστρούσα διαρκώς

πάνω στα χιόνια τρεις χιλιάδες χρόνια.


Έρχομαι απ’ των Tατάρων τις ορδές· είμαι ο στρα­τιώ­της

που ’σφαξε τον Aττάρ κ’ είμαι επίσης

ο ί­διος ο Aττάρ και το μαχαίρι που τον έσφαξε.


Έρχομαι απ’ το μαύρο γαλαξία των μυρμηγκιών που παρασέρνει

μια πεταλούδα πεθαμένη σα να είναι

ιστιοφόρο αγγέλου σα να είναι

ο Ίκαρος μετά από την πτώση του.


Έρχομαι απ’ την Ελλάδα που με χέρι

την Πελοπόννησο ξαμώνει και σκορπά

γύρω της τα νησιά για να μην είναι

μόνη της απλωμένη μες στη θάλασσα.


Έρχομαι από την τρύπα ενός σάπιου κλωναριού

όπου ιερουργούσα με στολή άγριας μέλισσας

είτε φορούσα άμφια πεταλούδας.


Έρχομαι από το σούρουπο εκεί

της Θεσσαλίας, όπου βόσκησα

για χίλια χρόνια ένα κοπάδι από φωτιές.


Έρχομαι απ’ το βιβλίο του Αναξίμανδρου· σ’ αυτό

βρίσκομαι πάντα όπου κι αν πηγαίνω.


Mε ρώτησαν από που έρχομαι.

Tι να τους έλεγα;

Δεν θα με καταλάβαιναν

και τότε

θα μ’ οδηγούσανε δεμένο στον ψυχίατρο.


«Έρχομαι» είπα, έτσι απλά, «απ’ το Αγρίνιο»,

κρύβοντας μες τη λέξη αυτή όσο μπορούσα

το “άγριος”, το “νι”, και προ παντός

το “ο”, που ’ναι πηγάδι και παγίδα,

σπίτι μου και καθρέφτης και λαβύρινθος (μα ναι

ο πιο πολύπλοκος λαβύρινθος κι ας φαίνεται

τόσο απλό, ένα μικρό δαχτυλιδάκι).


Ενας απο σας

Ενας απο σας θα με προδωσει

ειναι δοσμενο ηδη το παιχνιδι

Μπορει ο καθενας σας να ειναι

ο τυφλος καταδοτης

ο ψευδος ψευδομαρτυρ

ο μονοχειρας εκδικητης.

Ο κλεπταποδοχος

δοσιλογος

λαδεμπορας ή

κι ο πιο επαναστατης

ο πιο πιστος

ο πιο δικος μου,

-κυριως, αυτος

κι υστερα ολοι οι αλλοι..

Ο επιμονος μυωπας

ο τυφλος που περπατησε

εκει που σερνοταν,

με θαυμα δικο μου ο αχαριστος

ο αυταρεσκος ο θαυμαστος

ο θαυμαστης

ο ομηρος που ανταλλαξα

ο κακομοιρος

ο αμοιρος -ευθυνων

ο μονοκανδηλος

κι αυτος που εχει τα σκηπτρα,

κι ο αλλος που δεν εχει τιποτα να χασει.

η βαρκα που γερνει

ο λευκος Αιθιοπας

κι η που απ'ολα πιο πολυ

εκεινη θελω

Ενας απο σας θα με προδωσει,

ενας..

Ενας-ενας, ειπα!.

,,βλεπω να συνωστιζεστε στην πορτα,

μη αναστατωνεστε οι υπολοιποι!

Ενας αρκει,να με προδωσει.

Ο απερισπαστος π.χ.,

ο πιο αξεφουσκωτος,

ο ισος,ο ισως και ο ανισος..

ο προπληρωτης προφητης

ο βραδυγλωσσος πυροκροτητης

ο εντολοδοχος.

Ο επικεφαλης,

ο χαμερπης ποθος

η υαινα ονειρωξη,η σκια

ο Διοικητης

ο διοικηθεις,

εκεινος που μου μοιαζει πιο πολυ

κι ο αλλος, που τοσο διαφερει

ο πανωλεθριαμβος

κι ο υπερουσιος στο υπερωον

Τον βλεπω που ακονιζει

αμφιστομα φιλια

κατω απ τη λεπιδωτη τους λαμψη

Κι ομως,μπορουσε ναναι οχι ενας

αλλα καθενας,απο σας

καθενας που θα με προδωσει

εκων και ακων διχως διαφορα

αφηνοντας με

αθωο

καταδικασμενο

αιματηρο,ελπιδοφορο,ορθανοιχτο

ενοχο στη θεση ενοχων

κι απ τη θυσια μου μυριαδες αλλες θαρθουν

μονο με μια ελπιδα.

Ενας απο σας δε θα με προδωσει

Πικρή γενιά (6)

Από τα πρώτα χρόνια μου κατάλαβα

πως ήταν δύσκολο να βρεις τροφή

Άκουγα πως μοχθούσαν, κατρακυλούσαν,

αλλοτριώνονταν πολλοί

Για τόσο δα φαΐ έπρεπε να ανεχτείς, να υπακούς τους ανωτέρους

Για τόση δα ζωή έπρεπε να επιβληθείς, να πατάς τους κατωτέρους

Στα σχολεία φλυαρούσαν για πολιτισμικές προόδους

Μα δίδασκαν για την ισχύ του ισχυρότερου τους τρόπους

Η οικογένεια έδειχνε με κόπο

πως αν δε συμφωνείς με τον κανόνα

ούτε χρόνο θά ‘χεις, ούτε τόπο

θα σε βαρούν όλα τα κράτη με κανόνια


Ταχιά ήρθε καιρός λοιπόν,

που οι κανόνες των σοφών

με ξέρασαν απ’ τα θρανία

για να με φάνε τα θηρία


Οσμίστηκα σα θύμα τον καιρό

κι ένιωσα γύρω μάτια μηχανικά, σα βόθρων τρωκτικά,

να ελλοχεύουν

Άρχισα να ψάχνω τροφή να βρω

τριγύρω μου οι εξαθλιώσεις σα φίδια φαρμακερά

να ενεδρεύουν


Όλοι με αγωνία περιμένοντας να δούμε τι θα γίνει

Αν θα τρώω πεθαίνοντας ή αν θα πεθάνω ζώντας

Τι και ποιος στο τέλος απ’ τη δουλεία θα απομείνει.

Πικρή γενιά (17)

Θα έρθει η μέρα που οι γονείς θα δώσουν λόγο στα παιδιά τους

Κι αυτά θα τρέξουν με πολύχρωμους χαρταετούς ουρά

απ’ τα μαλλιά τους

μαζί με τις αγέλες των αδέσποτων σαν αετοί

με ανυπομονησία να φτιάξουν τη νέα φυλή

Ξεχειλισμένοι θά ‘ν’ οι κόρφοι τους από χαρές,

κατάστεγνες οι παλάμες από προσδοκίες

Έτσι όπως μπαίνουν οι θίασοι στα περίχωρα απόψε

μασκαρεμένοι με ευτυχίες

Με γιορτές και με πολλήν απόφαση

για κλάμα και ευτυχία γέννας, για άνοδο

Στις γυαλιστερές μακριές βλεφαρίδες τους θα ακονίζουν τα όνειρα.


Σπίθα

Έξω από το τζάμι έτριζε
ο ήλιος του Μαγιού
και μέσα μελαγχολικά
φυλλοροούσε μια Άνοιξη
Που έκαιγε να ζώσει κάτι
Κάπου να ροβολήσει
Σαν υποψία ενός Αυγούστου,
δαφνοστεφανομένου αλμύρα
Μα είχε ξεχάσει το σκοπό
Πώς να πήγαινε άραγε

Η επαλήθευση του Κόσμου

Κρέσεντο μιας πλατιάς δημοκρατίας
είναι η φύση
Γιατί ποτέ δε ρώτησε το όνομα
και το ποιόν σου
Κι αν είσαι μόνος,
ο ωκεανός θα ενώνεται με τη στεριά
πέρα στη Mar del Plata κάθε βράδυ
ή θ’ αντηχεί ο αυγερινός τις μυρωδιές της Κίνας
Κι αν έχεις θλίψη,
μπορείς τη χούφτα σου ν’ απλώσεις στο φεγγάρι
στη χρυσαφιά παλάμη σου να λησμονήσεις
ανάμεσα σε αγριόχορτα και βάλτους ξαπλωμένος
τον τελευταίο σου χαμό
Κι αν έχεις χάσει,
υπάρχουν άστρα που τα μάτια σου αγνοούν
μα η καρδιά σου βλέπει
καθώς το πέρασμα των ανθοπώλεων αλαργεύει
πέρα στο Μεξικό, Νοέμβρη
Καθώς ο γύρω κόσμος σου είναι βαθύτερος
από την όποια σου περαστική θαμπάδα,
κοιτάς που ο χρόνος μοιάζει να σμίγει σε γιορτή
με ό,τι δεν αντιστέκεται
Κι αν είσαι μόνος,
τα αστέρια φέγγουν μιαν αλήθεια
μυριάδες χρόνια μακριά,
που ξεπερνά το όποιο βίωμα σου,
τον όποιο πόνο κρύβεις,
κάτω από το σηκωμένο σου γιακά, στην πρωινή δροσιά
Όταν βραδιάσει ο ουρανός
βραδαίνει η στράτα προς το αύριο
Γιατί δημοκρατεί η φύση
ώστε δεν είσαι δα εσύ ο πιο εκλεκτός
παρά μονάχος σε μια κώχη γής
τριγυρισμένος από θάματα που ανήκουν σε πολλούς
ζωσμένος από ζωή άλλων που τρέχει
ενώ εσύ αργείς το λαβωμένο σου δρασκελισμό
προς τη καινούργια μέρα
Κι αν έχεις χάσει,
τ' αστέρια φέγγουν μιαν αλήθεια
μυριάδες δρόμους πιο μπροστά
Έτσι που κι αν πλαγιάσεις στο πεύκο δίπλα
και σηκωθείς στου πέλαγου το πρώτο κύμα,
την ευτυχία σου σκάβεις να βρεις
με λερωμένα μέλη στο άσπονδο χώμα
Σε πολιτείες που 'ναι φρουροί ακοίμητοι
ή άλλες που ποτέ δεν θα ξυπνήσουν,
παραδομένες στο αιώνιο λίκνισμα της θάλασσας,
παντού θωρείς μικρός και λίγος
μπροστά στο στρόβιλο ετούτου του πλανήτη
μπρος στην πλημμύρα ανθρώπων που δικαιούνται
Κι αφού πονέσεις
για την λαμπρή την τύχη που δε βρήκες
θα λησμονήσεις πως είχες κάποτε αξιώσεις
Κι αν είσαι μόνος,
μην είν’ παράτερο,
μόνο επαλήθευση του Κόσμου

Είμαστε μια ατακτοποίητη σύναξη, ένα καλοβολεμένο αποτύπωμα σε πλαστό διαβατήριο.

Ένα περιβαλλοντικό σκουπίδι.

Είμαστε οι φορείς του υποσυνείδητου και του απόηχου ενός ασήμαντου νου...........όταν δεν κάνουμε ταξίδια περπατάμε. Περπατάμε σε πορείες φυλακές.

Είμαστε αυτό που δεν θέλουν οι άλλοι να δουν. Είμαστε αυτό που οι άλλοι θέλουν να ζήσουν.

Ένα περιβαλλοντικό σκουπίδι.

Εθιμικό δίκαιο με ποινή εξόρυξης σε λατομεία χάλυβα.

Είμαστε οι φορείς του φόβου και η αχαλίνωτη φαντασία του εγώ.

....Λαθραία η φωνή σαν ανοσία....


‘Εξωση

Καλημερίζοντας την κάθε έξωση

καθώς πρέπει ένταση στο υπέρ του χθες

και ξέρεις κάθε τι όταν θα εναντιώνεσαι

στο ούτε που θες να ξέρεις.

Στη γιορτή του ούτε, στο ξεφάντωμα του νου

μέσα από μεγάλα μπορώ

είτε σε ανύπαρκτα ίσως

και υστερικά πρέπει, σε ανεπανάληπτα ξέρω.

ΑΣΤΑΤΑ ΚΑΙΡΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ

,,,Ανακοίνωσε η Έμυ.όχι η αδελφή της Έλενας,η αλλη.
Κυκλώνας στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας μας. Άνοιξη
στο living roοm και καλοκαίρι στο λουτροκαμπινέ. Στην
κρεββατοκάμαρα επικρατεί σαν πάντα βαρυχειμωνιά και
πότε πότε χιονίζει με χαλάζι. Σποραδικές βροχές στο χωλ
και στο μπαλκόνι. Άστατα στη ντουλάπα καιρικά φαινόμενα.
Νεφώσεις στο παράθυρο του μπάνιου,εκεί που οι κόρες γίνονται
φαντασιώσεις όταν σαπουνίζονται και καιν στο μάτι κάποιου
απ΄απέναντι.. Εκεί δε δειχνει καν το καλούπι της βαριεστημάρας
αφανής।Το απόσταγμα της πλήξης। Αυτή βεβαιως, μιά όπερα σ'
εξέλιξη της ομιλούσης σιωπής κραυγάζουσας.
Ακραία καιρικά φαινόμενα! Νέα έκλυση μεθανίου κάτω απ΄
το βούρκο! Ραγίζει το τζαμάκι του ασανσέρ. Δάκρυσε η μάνα στο
κλιμακοστάσιο. Ματώνει το υποπόδιο χαλάκι έξω απ΄την πόρτα
Ω! ευγενική μας παραμόρφωση εσύ εγκλωβισμένη,
στον ιχθυόφθαλμο της εισόδου,ω ψυχεδέλεια εφικτή!
Το όλον τίποτα κάνει ότι τινάζει τ΄άκρα του τριγύρω.
Αρχίζει η αυτογνωριμία? Αρχίζει η αυτοεκτόξευση? Αρχίζει,
αν αξίζει έστω, κάτι?

Αναγνώστες

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ekpoiisi@yahoo.gr

ποίηση στην εποχή της εκποίησης

ποίηση στην εποχή της εκποίησης