η ποίηση στην εποχή της

η ποίηση στην εποχή της
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σταμέλος Χαράλαμπος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σταμέλος Χαράλαμπος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κλαίει

Ο άνθρωπος κλαίει.

Για ό,τι του συνέβη, για ό,τι του συμβαίνει, για ό,τι θα του συμβεί.

Η μητέρα κλαίει.

Για το μωρό της, για τον αδικοχαμένο άντρα της, για την αδικία.

Ο πατέρας κλαίει.

Το μωρό κλαίει.

Το κλάμα πλημμυρίζει δρόμους.

Η θάλασσα, τα ποτάμια, γέμισαν με δάκρυα.

Το νερό της θάλασσας γέμισε με δάκρυα πικρά.

Το νερό των ποταμών γέμισε με δάκρυα χαράς.

Κι ο άνθρωπος κλαίει από χαρά.

Υπάρχει ένας που δεν κλαίει;

Η μοίρα των ανθρώπων είναι κοινή.

Κι αυτό το γνωρίζει, και κλαίει.

Κλαίει από λύπη, κλαίει από χαρά.

Η γειτόνισσα καθαρίζει κρεμμύδια,

και αυτή κλαίει. 
  

Ωδή

Είναι αργά την νύχτα
και ο αέρας λυσσάει ανελέητα.
Μέσα στην ζεστή κουβέρτα μου
τα κόκκαλά μου τουρτουρίζουν
και κλαίνε.
Σκέφτονται τον άστεγο της Καλλιθέας
που κάηκε ζωντανός
απ' την φωτιά που μάταια-θανατηφόρα
έκαιγε, τον έκαιγε.
Σήμερα κρυώνουν και οι νεκροί,
άλλα οι ζωντανοί κοιμούνται παγερά
αδιάφοροι για τον άστεγο.
Δίπλα στον αποτεφρωμένο
που έσβησε σαν σε τελετή
κοιμάται κι άλλος άστεγος.
Τα άδεια δωμάτια των σπιτιών εκλιπαρούν
Άνθρωποι, ακούστε μας, είμαστε εδώ
διαθέτουμε την ύπαρξή μας
για τον άστεγο.
Ουρλιάζουν τα άδεια σπίτια,
τα έγκατα των άδειων κτιρίων
άνθρωποι, έλεος, ένας άστεγος,
αλλά οι άδειες καρδιές κοιμούνται
σε άδεια σώματα μέσα στην ζέστη.
Θαυμαστή η αξιοπρέπεια 
του άστεγου που έκανε
ότι δεν άκουσε τις φωνές
των δωματίων και τα ουρλιαχτά
των σπιτιών και των κτιρίων.
Δεν ξέρει αν αύριο θα ξυπνήσει, 
κουκουλώθηκε μ' ένα χαρτόνι
και με το 'να μάτι ανοιχτό φυλάει
σκοπιά ολονυχτία την ζωή του.

Τσαλαβουτώ

Τραγούδησα τον πόνο μου
περπάτησα την αγωνία μου
και τώρα επιτέλους
είμαι στο καταπράσινο λιβάδι
χοροπηδώ από χαρά πάνω του
τσαλαβουτώ στο υγρό του χώμα.
Κι άξαφνα μυρίζω το αίμα 
πάνω στο σώμα μου που
κόλλησε πηκτό και δεν φεύγει
των ανθρώπων που πάτησα.
Ψάχνω αστέρι να κρεμαστώ
αλλά είναι ψηλά.
Ζητώ απεγνωσμένα τον δολοφόνο
να μου πάρει το κεφάλι
αλλά δεν βρίσκω κανέναν.
Η αδιαφορία τους είναι χειρότερη από φόνο.
Ξυπνώ από τον εφιάλτη.
Είναι η ώρα του μυστικού περάσματος.
Είμαι το αίμα που κόλλησε πάνω σας.
  

«Εξωγήινοι»

Μια φορά στο μέλλον συναντήθηκα
με πλάσματα ευγενικά
που σκέπτονταν με λόγο ορθό
μιλούσαν με χαμηλή φωνή
που ακουγόταν απ’ άκρη σ’ άκρη
σαν κρύσταλλο
είχαν αισθήματα φίλους της ψυχής
γαλήνευαν θωρώντας τον
τον ανεμοστρόβιλο
το ένα καλημέριζε το άλλο
αποσπώντας τα χειροκροτήματα
των καρποφόρων δέντρων
είχαν πληροφορηθεί από έγκυρες πηγές
ότι η απληστία συνοδεύει την εξόντωση
μοιράστηκαν την ανησυχία τους
οι φίλοι αποκρίθηκαν λυτρωτικά
είχαν μάθει από πείρα
ότι η εξόντωση απειλεί την ισορροπία
αποφάσισαν να θυμούνται.
Ήταν από την γη έξω.

Αναγνώστες

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ekpoiisi@yahoo.gr

ποίηση στην εποχή της εκποίησης

ποίηση στην εποχή της εκποίησης