η ποίηση στην εποχή της

η ποίηση στην εποχή της
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαμπρόπουλος Νεκτάριος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαμπρόπουλος Νεκτάριος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ    

Θα σηκωθώ το πρωινό
δίχως αντίρρηση θα βάλω το σακάκι
στ’ αμάξι μπαίνω βιαστικός
πρέπει και σήμερα να σβήσω την ανάγκη.
Θα σηκωθώ και θα φτιαχτώ
με δίχως όρεξη θα φάω για ν’ αντέξω
και καλημέρα θα τους πω
το ρόλο τέλεια και σήμερα θα παίξω.
Θα σηκωθώ και προσοχή
στ’ αφεντικά μου με ευλάβεια θα δείξω
κι αν μέσα μου έχω άλλη ευχή
στης εργασίας τον απόηχο θα την πνίξω.

ΑΝΘΡΩΠΟΙ    

Οι αγνοί άνθρωποι στο χωριό μου
περπατούν συνήθως σκυφτοί,
χαμογελούν εύκολα
και κλαίνε στα κρυφά
για το φίδι που σκότωσαν το μεσημέρι
κάτω από τη σκάλα.
Δεν ακούς σχεδόν ποτέ μουσική
απ’ το σπίτι τους
-πάντα υπάρχει κάτι να πενθούν-
και κοκκινίζουν μόλις τους γνωρίσεις σε
έναν ξένο επισκέπτη στο καφενείο.
Εμείς, οι υπόλοιποι
φροντίζουμε να κάνουμε τόση φασαρία
ώστε να μην ακούγονται τα δάκρυά τους
σαν πέφτουνε στο μαξιλάρι.

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ    

Να μη μου πεις,
«ο ποιητής που κρύβεις μέσα σου πεθαίνει»
γιατί μπορεί να φοβηθείς,
αν δεις,
πως ό,τι εμάς τους δύο δένει
είναι μονάχα ο ποιητής.

ΑΘΩΟΤΗΤΑ    

Πέρασα το απόγευμα πλένοντας τα πιάτα,
τακτοποιώντας το σπίτι, αγοράζοντας καφέ και γάλα.
Έτσι έχασα τη μέρα,
όπως έχανες κι εσύ το ρυθμό της ανάσας σου πολλές φορές σαν μιλούσες,
τότε που μου θύμιζες τα μικρά παιδιά
που δεν ξέρουν τι να πρωτοπούν και μπερδεύονται μετά από λίγες λέξεις στο στόμα.
Μ’ αυτές τις μπερδεμένες ανάσες σου με γέλασες,
τότε που πίστευα πως είχες την αθωότητα ενός μικρού παιδιού,
τότε που δεν ήξερα
πως ό,τι παιδικό είχε απομείνει μέσα σου
ήταν εκείνες οι μπερδεμένες ανάσες σου
από την απληστία να πεις όλο και περισσότερα ψέματα.

ΑΝΑΓΚΗ    

Βγήκα από το σπίτι για κάποια λεπτά της ώρας,
Αγόρασα εφημερίδα μα δεν ξέρω αν θα την ανοίξω,
πήρα τηλέφωνο σ’ ένα φίλο αλλά δεν ήταν σπίτι,
πήρα τη μάνα μου αλλά δεν προλάβαινε να μου μιλήσει.
Γύρισα,
έβαλα δυνατά μουσική και περιμένω τους από κάτω
να μου κάνουν παρατήρηση.
Πρέπει ν’ ακούσουν τις δικαιολογίες μου.
Κάποιος πρέπει να μ’ ακούσει.

ΠΡΟΣΔΟΚΩ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΝΕΚΡΩΝ    

Αυτή η περίοδος δεν είναι πια εποχή
αγωνίας και προσμονής.
Είναι προσπάθεια να εκλείψει και η
τελευταία ελπίδα.
Αυτοκτονία των συναισθημάτων.
Κι αυτό που με χαρακτηρίζει είναι τελικά
η απώλεια και ο θρήνος.
Περπατάω θρηνώντας και πονώ.
Βαθιά μέσα μου θρηνώ.
Κι ό,τι βλέπουν οι άλλοι είναι
ό,τι μπορεί να περάσει το πετσί μου.
Θρηνώ. Και σέρνομαι.
Κλαίω στο γύρο του θριάμβου για
την επερχόμενη νίκη της λογικής.
Κλαίω στην πομπή των νεκρών
συναισθημάτων προς την ταφή.
Και προσδοκώ ανάσταση νεκρών.

Αναγνώστες

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ekpoiisi@yahoo.gr

ποίηση στην εποχή της εκποίησης

ποίηση στην εποχή της εκποίησης