Άγονος τόπος
κατάντησε η αγάπη μου
νεκρό αποξηραμένο σώμα
έναυσμα μνήμης
αγχόνη του χρόνου
χοάνη
παλιού εκπληκτικού φωτός
Μια στενοχώρια
κατάντησε η λαχτάρα μου
σα να με βαρέθηκε
η αγκαλιά μου
με διώχνει κρύβοντας
τα μάτια της
σ’ άλλες καρδιές
Μουγκή γυναίκα φοβισμένη
αναποφάσιστη η καρδιά μου
περιφέρεται ασκόπως
το ανύπαρκτο ψάχνοντας
το προϋπάρχον
δεν μιλάει
δεν αποκαλύπτεται
κολλάει
σε φύκια κρασιά κόκα κόλες
εστιατόρια
Σπάσαν τα μάτια του θεού μου
μια κοινοτοπία μια ομίχλη
πήραν την εκτυφλωτική του
λάμψη
μια ψευτιά απέστρεψε
το βλέμμα του στο έδαφος
Μια βαρεμάρα
κατάντησε η γλύκα μου
συνήθεια προβλέψιμη ανία
κινήσεις άνετες
επίπλαστη υπερένταση σκιά
παλιού φωτός
απομεινάρι, σκήνωμα.
Έβγαλε νύχια και δόντια
η αγάπη μου
χύνει το δηλητήριο
στη μεγάλη πληγή
ένα τυφλό όρνιο
τρώει το πτώμα μας
Έγινε άλαλη πηγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου