I
Με πλησίασε χαμογελαστός.
Ανυπομονησία, κυνισμός κι αμηχανία
στριμώχτηκαν στο πρόσωπο του.
«καλησπέρα φίλε μου,
απόψε θα υποφέρεις»
Σαν άκουγα τη φράση τούτη,
μηχανικά πυροδοτούνταν αντιδράσεις
στο μυαλό και στην καρδιά μου.
Σφιγμένα δόντια,
γρήγορες ανάσες
και ξεκινάμε.
Στο κάτω- κάτω,
για δύο πράγματα ήμουν βέβαιος.
Πρώτον, η ώρα ήταν έξι το απόγευμα.
Δεύτερον, θα υπέφερα πραγματικά.
II
Σαν πλημυρίζει πόνο το κορμί,
στ’ ομιχλώδες τοπίο των σκέψεων
βρίσκεις παρηγοριά.
Το μυαλό δουλεύει εντατικά,
κατασκευάζοντας
της λύτρωσης την κρύπτη.
Το μέρος που τίποτα δεν σ’ αγγίζει,
εκεί που ο χρόνος σταματά.
Θυμάσαι μοναχά,
έντονα και καθαρά,
αυτά που σε στιγμάτισαν.
Τα παιδικά σου χρόνια.
Το αγαπημένο σου κορίτσι.
που μούσκεψε το μαξιλάρι σου.
Στις αναμνήσεις βουτηγμένος,
χαμογελάς,
και συνεχίζεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου