«Εγώ θα ζω πάντα πάνω στις
σκάλες, στα καλντερίμια κ στα σκοτεινά σοκάκια.
Από ψηλά να κοιτάω έναν κόσμο που αργοπεθαίνει.
Κάθε μέρα να είναι μια γιορτή.
Κ κάθε πόνος μια υγρασία του τοίχου.
Εγώ θα ζω σαν στίγμα πάνω σε άσπρο δέρμα.
Αυτό που όλοι θέλουν να ξεφορτωθούν.
Κ εκείνα τα ταξίδια που δεν έκανα ποτέ, να με χτυπούν κατάμουτρα, γελώντας
τρομολάγνα.
Εσύ να με κοιτάς από μακριά, χορεύοντας στου κόσμου τον ρυθμό.
Νομίζοντας πως όλα λύνονται με τυχάρπαστο θυμό.
Με ένα γάντι μαύρο κ τακούνι κόκκινο, πίσω από κάτι σκουπίδια να μιλάς.
Κ να πιστεύεις πως ότι σκουριασμένο, πέρα το πετάς.
Κ όταν νιώθεις μοναξιά, τότε εκείνο πάλι τραγουδάς.
Ένα παλιό ρεφρέν που έμαθες μικρή.
Κ η επανάληψη του σε έφερε εδώ.
Μία καταστροφή τόσο αγαπητή.
Εγώ μικρός κ άδειος, που να σε βρω.
Λιώνω στις τρύπες, δεν έχω τίποτα να πω.
Αν κάτι ήξερα από εκείνα τα παλιά
Είναι πως του κόσμου τούτου, νικάει η απονιά.
Να ψάχνω στίχους κ φωτογραφιες να κοιτώ.
Να με βουλιάζουν όλο κ πιο βαθιά.
Μέσα σε αρχέγονα κ τρύπια μυστικά.
Για έναν κόσμο που κρυφοκοιταει κ γελά.»
ΚΑΛΟ!
ΑπάντησηΔιαγραφή