Πριν πέσει η άσφαλτος
σ’ αυτή τη γειτονιά
είχε δυο δένδρα
όπου κούρνιαζαν πουλιά
με πέτρες παίζαμε, με χώματα, με σβώλους
κι ήτανε σπίτι μας, η αλάνα και ο δρόμος.
Ερχόταν τότε οι πλανόδιοι μουσικοί
τσιγγάνοι, γύφτοι και παλιοί περαστικοί
και τραγουδούσαν στις γιορτές μες στην πλατεία
κι έπαιρνε άρωμα και χρώμα η συνοικία.
Εκεί σε γνώρισα μια μέρα γιορτινή
χόρευες γέλαγες και έπαιζες κι εσύ
Μα δε στεριώνει μες στις λάσπες τ’ όνειρό μας
τα πήρε όλα και τα ρήμαξε ο χειμώνας.
Τώρα Πανόρμου έχεις στήσει μαγαζί
σ’ αυτό το πεύκο που βρεθήκαμε μαζί,
πουλάς καφέδες νοσταλγείς την συνοικία
μα δεν γυρίζει προς τα πίσω η κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου