Αρχέγονα συναισθήματα
ο τόπος σου
ο τόπος μου
εδώ ξεκινήσαμε και συ και 'γω
υγρό περιβάλλον
αλάτι και νερό
χώμα και βράχια
φύκια και άλγη
Έχει γαλήνη εδώ
Έχει ουσία εδώ
Έχει σιωπή, και μια ανάμνηση πικρή
Και εγώ μπορώ
μπορώ και θέλω
θέλω να σε συναντώ κάθε μέρα
έχω όλα τα πλούτη του Κόσμου εδώ
στο πέλμα σου
στο στήθος σου
στο βλέμμα σου
Θάλασσα Μάνα (Γιάννης Λεμπέσης-Lat)
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ (Β.Α.)
Ήταν μια παγωμένη βραδιά.
Στην ταπεινή σπηλιά της Βηθλεέμ γεννιόταν ο Θεάνθρωπος
ο Ηρώδης τρόχαγε τα σπαθιά του.
Είδομεν τον αστέρα Αυτού εν τη Ανατολή είπαν οι Μάγοι.
Ακολούθησε η φυγή στην Αίγυπτο
η επιστροφή το μεγάλωμα ο Ιορδάνης η Διδασκαλία.
Οι αρχές και οι εξουσίες του αιώνος τούτου
κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.
Οι παλιοί θεοί ήταν βολικοί. Αυτός Θα είναι πρόβλημα.
Τα πάντα μετατράπηκαν σε μια μεγάλη μυστική υπηρεσία.
Η εντολή ήταν παρακολουθήστε Τον
παγιδέψτε Τον εν λόγω ενημερώστε μας!
Πρέπει να πεθάνει.
Αυτός έλεγε ειρήνη υμίν.
Κύρια επιχειρήματα των κατηγόρων ήταν
ότι παραβίασε το νόμο και θεράπευσε ημέρα Σάββατο
άνθρωπο παράλυτο τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια.
Έγκλημα.
Θεράπευε χωλούς τυφλούς δαιμονισμένους.
Έγκλημα.
Έλεγε στους ψευτο νομικούς την αλήθεια.
Έγκλημα.
Δίδασκε την ανθρώπινη ισότητα και το δίκαιο.
Έγκλημα.
Έδινε ελπίδα σε κάθε ανέλπιδη ψυχή.
Έγκλημα.
Κάποιοι ψαράδες Τον ακολούθησαν με δυσπιστία
Οι όχλοι Τον ακολούθησαν.
Οι Πιλάτοι κι οι Αρχιερείς οι Γραμματείς κι οι Φαρισαίοι
το είδαν διαφορετικά το πράγμα.
Είπαν ως εδώ.
Ακολουθεί το αποχαιρετιστήριο δείπνο το μυστικό
Τον συνέλαβαν! Τον μαστίγωσαν! Τον ακανθοφόρεσαν.
Η ανθρώπινη εξουσία
μπορεί να συλλάβει και να βασανίσει το σώμα
μα όχι το πνεύμα.
Αλλά και αυτό για να συλληφθεί χρειάζεται
την αρχιερατική ψεύτο θεόντητη λυκόσχημη πονηριά
και τη νομική ερμηνευτική φαυλότητα
υπό την καθοδήγηση των γραμματέων και φαρισαίων.
Η αλήθεια όμως είναι ασύλληπτη δε συλλαμβάνεται.
Ο Πιλάτος φοβάται τον καίσαρα και ρωτάει τον Κύριο!
Και ποια είναι η αλήθεια;
Ο κύριος δεν απαντά.
Η αλήθεια στέκει μπροστά στον Πιλάτο.
Ο Πιλάτος αδυνατεί να τη δει χωρίς άνωθεν διαταγή.
Είναι οι τελευταίες έξι μέρες της επίγειας ζωής του κυρίου
που αρχίζει τη σχέση του με τις εξουσίες του αιώνος τούτου.
Κι είναι μια σχέση που οδηγεί
στο Γολγοθά στο Σταυρό και στο θάνατο.
Όχι επειδή νικούν οι επίγειες εξουσίες
αλλά γιατί έχουν χάσει ήδη κατά κράτος.
Γίνεται η δίκη παρωδία
η απόφαση είναι << Άρον άρον Σταύρωσον Αυτόν >>.
Οι τελευταίες Του λέξεις πάνω στο Σταυρό!
<< Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι >>
<< Τετέλεσται >> αναφωνεί ο Κύριος
Οι Πιλάτοι συμφωνούν με το αποτέλεσμα. Νίπτουν χείρας.
Οι Αρχιερείς ξεπλένουν με αίμα τη βρώμικη συνείδησή τους.
Οι φατριασμένοι ασπάζονται για την επιτυχία αλλήλους.
Όμως ένα τρομακτικό φως
χαλάει τα σχέδια κι ανατρέπει τα πάντα .
Ένας θάνατος φέρνει την Ανάσταση
Ένας τάφος φέρνει την αιώνια ζωή.
Το τρομακτικό φως είναι το φως της Ανάστασης.
Το φως της Ανάστασης γκρεμίζει τους στρατιώτες στο χώμα.
Το φως της Ανάστασης
στέλνει τους Πιλάτους και τους Αρχιερείς στο σκοτάδι.
Το φως της Ανάστασης
τυφλώνει τα ψεύτικα πνευματικά μάτια των φαρισαίων.
Το φως της Ανάστασης είναι οι τελική κρίση των πάντων
και ο κάθε καθένας μπροστά σε αυτό
τραβάει το δρόμο του.
<< Και απελεύσονται ούτοι εις ζωήν αιώνιον
και ούτοι εις κόλασιν αιώνιον >>.
Ω! ΘΕΕ ΜΟΥ . . . (Γιώργος Αλεξανδρής)
Βαθύς ο ίσκιος της ζωής
πίσω από θλιμμένα μάτια
κι αυτό το δράμα της ψυχής,
θρήνος σε άγνωστα μονοπάτια.
Ω! Θεέ μου,
παρηγόρησέ με!
Αίμα εδώ και αίμα εκεί,
δρόμοι γεμάτοι δάκρυ,
ποιοι άραγε σ’ αυτή τη γη
το μίσος θα φέρουνε στην άκρη;
Ω! Θεέ μου,
αξίωσέ με!
Τα χέρια επάνω στη φωτιά
και οι φωνές πολεμική κραυγή,
ποια θα είναι αυτή η γενιά
που θα φέρει μιαν άλλη εποχή;
Ω! Θεέ μου,
αναθάρρησέ με!
Μετανάστες και όμηροι
σε ανθρώπινα παζάρια,
τι δυστυχία οι κακόμοιροι,
αιχμάλωτοι σε κελάρια.
Ω! Θεέ μου,
αντρείεψέ με!
Πού να πάνε να προσκυνήσουν,
σε ποιον τόπο να σταθούν,
τη ζωή τους ν’ αγαπήσουν
χωρίς το αύριο να φοβηθούν;
Ω! Θεέ μου,
ευλόγησέ με!
Μικρά παιδιά στην απονιά,
απόκληρα κι ορφανά στο δρόμο,
σε ποια θα γείρουν αγκαλιά
χωρίς σπαραγμό και τρόμο;
Ω! Θεέ μου,
προστάτεψέ με!
Δύσκολοι κι απέλπιδες καιροί
δίχως δίκιο και σεβασμό,
με ποια ευχή τόσοι καημοί
θα βρούνε λυτρωμό γλυκό;
Ω! Θεέ μου,
φυγάδεψέ με!
Η αντιδικία θρονιασμένη
με τα πάθη ως αρετή
και η κοινωνία διχασμένη
δίχως έρμα και ντροπή.
Ω! Θεέ μου,
γρηγόρεψέ με!
Την ειρήνη πού να καρτερέψουν,
ποιους ηγέτες να εμπιστευθούν
πώς εκδικητές να ημερέψουν,
σε ποιους σωτήρες να στραφούν;
Ω! Θεέ μου,
προφύλαξέ με!
Ικέτες ιεροί στη δύναμή Σου
να ‘βρει η φιλία χώρο και σκεπή
να ‘ναι αρμονία η θέλησή Σου
των ανθρώπων, και σοφίας ηθική.
Ω! Θεέ μου,
ευτύχισέ με!
Απροσδιόριστο (Δημήτρης Παπαλιάς)
Στεκόταν απέναντι
στο χέρι του κρατούσε πέτρες.
Τις μετρούσε ξανά και ξανά
μη τυχόν και λείπει κάποια.
Πήρε την απόφαση.
Έφυγε αφήνοντας πίσω του
τα σχέδια για την αυριανή μέρα.